logo

fb youtube rss

Σύνδεση

«Αλλαξοπατριαρχίες»: Πωλείται πατριαρχικός θρόνος

“Τρώγω πίνω ψάλλω με ευθυμίαν
αφού το ράσον τούτο φόρεσα
πλέον ζυγόν τινά δεν γνώρισα.
Δύο ποθώ ναι μα τας εικόνας
άσπρα πολλά και καλάς κοκκώνας.
Περί της Ελλάδος που λέτε
δεν με μέλλει κι ας τυραννιέται…“
(Από το ποίημα “Ρωσοαγγλογάλλος”, που ο Κορδάτος το αποδίδει στο Ρήγα).

Γράμμα από το Ληξούρι: Αναγνώστης Λασκαράτος

Ο πρώτος μετά την Άλωση εγκάθετος του Πορθητή πατριάρχης Γεννάδιος (εικ.1&2), εξευτελίστηκε όταν μια ερωμένη του, χολωμένη που την παράτησε, πήγαινε κάτω από το πατριαρχείο και τον ξεμπρόστιαζε με φωνές. Ο Σουλτάνος δεν ανέχθηκε τη διαπόμπευση ενός ανώτατου αξιωματούχου και τον απέλυσε [Δωρόθεος Μονεμβασίας «Σύνοψις Ιστοριών»-1805, Μ.Γεδεών «Πατριαρχικοί πίνακες» (1890-96) σ.472] για τρίτη και τελευταία φορά. Ο Μ. Μαλαξός στην πατριαρχική ιστορία του αναφέρει: «Και από τα πολλά και μεγάλα σκάνδαλα όπου ήσαν…έκαμε παραίτησιν». Δεν ήταν όμως έτσι ήπιες οι επόμενες απομακρύνσεις πατριαρχών. Η ενσωμάτωση του πατριαρχείου στο φορολογικό μηχανισμό του κράτους, οδήγησε την πατριαρχική εκλογή σε πλειοδοτικό διαγωνισμό. Οι συνεχείς εξευτελιστικές διαδικασίες που ονομάστηκαν αλλαξοπατριαρχίες, γέμιζαν τα ταμεία του Πατισάχ, καθιστούσαν την παραμονή των φιλόδοξων πατριαρχών στον θρόνο παλινδρομική, με ποικίλη περιοδικότητα και άδειαζαν τις τσέπες των πιστών, αφού το κόστος της εκλογής μετακυλιόταν από τους μεγαλομανείς καλόγερους, στο φορολογούμενο λαό, ενώ παράλληλα αδίστακτοι καλόγεροι περιφερόντουσαν σε Ζητείες κουβαλώντας βδελυρά λείψανα και οι αθεόφοβοι πατριάρχες τύπωναν συγχωροχάρτια (εικ. 8 ) για πώληση.
Ο ίδιος ο σοφός πατριαρχικός ερευνητής Μ.Γεδεών, αναγκάζεται από αυτά που ανακαλύπτει αναδιφώντας τα πατριαρχικά αρχεία, να ξεστομίσει πως κάποιοι πατριάρχες της περιόδου αυτής ήταν «άθεοι» («Λυκαυγές πνευματικής κινήσεως παρ’ημίν», 1700-1730», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών 5-1930). Από κοντά οι μητροπολίτες, οι παραδουνάβιοι Φαναριώτες ηγεμόνες, οι μεγάλοι διερμηνείς και δραγουμάνοι του στόλου, συμπλήρωναν το ζοφερό βυζαντινό σκηνικό στην αυλή του Σουλτάνου. Ο «ενδοξότατος» Μ. Λογοθέτης του πατριαρχείου και Μ.Διερμηνέας της Πύλης Α. Μαυροκορδάτος, είχε «αρπαλίκι…να παίρνει το εισόδημα» την μητρόπολη της Αδριανούπολης και καταλήστευε τους Μυκονιάτες, παίρνοντας «κεφαλοχάρατζα», γενήματα και κρασιά και αναγκάζοντας τους νησιώτες να του «προσκλαύσωσι» για την φτώχεια τους (Ε.Κούκκου Κούκκου “Θεσμοί και προνόμια του Ελληνισμού μετά την άλωση”. Β΄έκδοση. Α.Ν.Σάκκουλα, 1988).

Θα ήταν άδικο να καταλογίσει κανείς στην τουρκική ηγεσία το χάλι αυτό. Οι καλόγεροι που ορέγονταν τον πατριαρχικό θώκο, συνωμοτούσαν με βεζίρηδες, δυτικούς πρεσβευτές, χανούμισες και βαλιδέ σουλτάνες, για τη φυσική εξόντωση των αντιπάλων χρεωκοπόντας ταυτόχρονα και τα ιερά ταμεία. Ο βοτανολόγος Pitton de Tournefort (1700) σημειώνει πως είναι θλιβερό να βλέπει κανείς τον αρχηγό της Εκκλησίας να διορίζεται από το Σουλτάνο, αλλά “..οι ίδιοι οι Έλληνες δημιούργησαν αυτή την κατάσταση”……είναι δημιουργοί αυτής της απέχθειας…Πρώτοι οι Έλληνες έθεσαν το Πατριαρχείο σε πλειστηριασμό, χωρίς να περιμένουν…το θάνατο του αρχιερέα τους” (Μτφρ. Γ.Γεωργαμλής. “Ιστορικά-Ελευθεροτυπίας”, 7-8-’03) Η κακή αρχή έγινε όταν οι ορθόδοξοι πρόκριτοι της Τραπεζούντας, θέλησαν το 1466 να εκθρονίσουν τον πατριάρχη Μάρκο για να βάλουν στην θέση του τον συμπατριώτη τους Συμεώνα, πράγμα που πέτυχαν δίνοντας στο Σουλτάνο “χίλια φλωρία” (Μ.Μαλαξού “Πατριαρχική Ιστορία”). Η όρεξη του τύραννου άνοιξε και η ταρίφα για τον διάδοχο του Συμεώνα Διονύσιο Α΄, διπλασιάστηκε.

Η ιστορία της διαδοχής από το 1463 μέχρι το 1513, όπως την περιγράφει ο Αθ. Υψηλάντης μιλάει από μόνη της. Η 50ετία αυτή δεν είναι η χειρότερη. Όποιος μελετήσει τις επόμενες θα φρίξει περισσότερο. Για παράδειγμα όπως γράφει ο Δωρόθεος Μονεμβασίας στο “Βιβλίον Ιστορικόν…” (1631), για τα τέλη του 16ου αιώνα “ηταν γουν τα χρέη πολλά, διότι όσαις εξόδαις έκαμεν ο Παχώμιος, ο Θεόληπτος, ο Νικηφόρος, ο Ιερεμίας έγιναν ογδοήντα φορτώματα…” (Π. Κονόρτα “Η οθωμανική κρίση…”). Ο Ματθαίος Β΄ (1595-1603) πατριάρχευσε 3 φορές, τις δυο από αυτές από 20 και 17 ημέρες. Ο Κύριλλος Β΄ (17ος αι.) δυο φορές, την πρώτη για 7 ημέρες.

Ανεβαίνει στον θρόνο ο Σωφρόνιος. Ανατρέπεται σ’ έναν χρόνο από συνωμοσίες κληρικών και τον διαδέχεται ο Ιωάσαφ, που μη αντέχοντας τους δεσποτικούς καυγάδες κάνει απόπειρα αυτοκτονίας πέφτοντας σε πηγάδι. Σώζεται και εκδιώκεται ύστερα από δολοπλοκίες του λόγιου Αμοιρούτζη το 1472, για να τον διαδεχθεί ο Μάρκος. Σε λιγότερο από χρόνο, παίρνει δρόμο προπηλακιζόμενος αφού ο καλόγερος Συμεών πλήρωσε στο Σουλτάνο χίλια χρυσά νομίσματα. Ο Μάρκος όμως δεν τό έβαλε κάτω και συνωμοτούσε. Τότε η Σουλτάνα, θέλοντας να προωθήσει το φίλο της Διονύσιο της Φιλιππούπολης, πλήρωσε 2.000 φλουριά και ο Συμεών έπεσε. Ο Μάρκος βολεύτηκε στην επισκοπή Αχριδών και ο Διονύσιος ανέβηκε στον θρόνο, αλλά οι αντίπαλοί του τον αποκαλούσαν περιτμημένο κατηγορώντας τον πως οργιάζει στο χαρέμι. Αναγκάστηκε λοιπόν να επιδείξει μέσα στην Σύνοδο την ακροποσθία του (όπως είχε κάνει και ο βυζαντινός προκάτοχός του Μεθόδιος), που όμως δεν εκτιμήθηκε δεόντως και αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Ο Συμεών ξαναπήρε το θρόνο πληρώνοντας 2.000 χρυσά. Η χαρά του δεν κράτησε πολύ, αφού οι εχθροί του τον κυνήγησαν για να ανεβάσουν τον Σέρβο Ραφαήλ, που την Μ.Πέμπτη, ενώ χοροστατούσε στην ακολουθία των Παθών, η αιθανόλη τον πρόδωσε. Μεθυσμένος καθώς ήταν, άφησε να του πέσει η ράβδος από το χέρι και να συντριβεί. Παρέμεινε πατριάρχης, μέχρις ότου αδυνατώντας να πληρώσει τα 2.000 φλουριά φυλακίζεται. Τον άφηναν όμως κουρελή και αλυσοδεμένο να βγαίνει στους δρόμους για να ζητιανεύει μήπως και συγκεντρώσει τα χρωστούμενα. Ο διάδοχος Μάξιμος άντεξε έξη χρόνια αλλά διώχθηκε κάτω από την γενική κατακραυγή. Ξανανέβηκε ο Νήφων που είχε διωχθεί παλιότερα αλλά σε λιγότερο από χρόνο, έφυγε χωμένος μέχρι το λαιμό στα σκάνδαλα. Το 1506 ανέβηκε ο Ιωακείμ, που έπεσε το 1511, οπότε ήλθε ο Παχώμιος. Οι οπαδοί του Ιωακείμ μάζεψαν 4.000 φλουριά και με διαταγή του Σουλτάνου ξαναγύρισε στον θρόνο.

Ο Κ. Παπαρηγόπουλος επισημαίνει: “Το βέβαιον είναι ότι εν διάστημα 77 ετών (1623-1700) εγένοντο 50 περίπου αλλαξοπατριαρχίαι…..κατέστησαν την τε παραχώρησιν και την ενάσκησιν όλων των ιερατικών αξιωμάτων αντικείμενον θλιβεροτάτης εμπορίας….Τοιουτοτρόπως εξευτελίσθη…η εκκλησία ημών …και….δια τας αμαρτίας των ιδίων αυτής λειτουργών“. Ο Φωτάκος γράφει: “...οι αρχιερείς του Πατριαρχείου αγόραζαν τας τοιαύτας επισκοπάς ακριβά και δια βίου” κι όταν πέθαιναν “…πάλιν ο Πατριάρχης επώλει την Επισκοπήν εις άλλον νέον αρχιερέα και το εμπόριον τούτο εγίνετο δια πολλών χαμερπών μέσων…” Ο Πιπινέλης διαπιστώνει: “Το Πατριαρχείον υπό την κραιπαλώδη αυτήν διαχείρησιν περιέπεσε ταχέως εις χρεωκοπίαν…οι εν Κωνσταντινουπόλει ευρισκόμενοι αρχιερείς εσύροντο στα δικαστήρια υπό των δανειστών των…οι μητροπολίται αναλαμβάνοντες μέρη των χρεών των Πατριαρχείων κατ’ανάγκην ήγοντο εις αύξησιν των εισπράξεών των, τόσον εκ των εκκλησιαστικών αυτών ποιμνίων, όσον και των εις τα κτήματα αυτών εργαζομένων χωρικών. Οι χωρικοί φυσικώς εδυσφόρουν…επροκαλούντο συχνά…στάσεις. Τότε οι μητροπολίται κατέφευγον εις την Τουρκικήν εξουσίαν δια να λάβωσι την βοήθειάν της εναντίον των χωρικών“. Ο Κορδάτος είναι σαφέστατος: “...γύρω στον Πατριαρχικό θρόνο …μαζεύτηκε μια συμμορία καλοθρεμένων και χρυσοφορεμένων καλόγερων, που μετέβαλε το Πατριαρχικό αξίωμα σε χρηματιστήριο αξιωμάτων…το Πατριαρχείον…είναι ιστορημένον ότι είχε τους καλύτερους επιβήτορες…αλλά και οι κρασοπατέρες είχαν επαξίως αντιπροσωπευθή στον Πατριαρχικό θρόνο“.

Ο κ. Γιώργος Μεταλληνός στο πόνημά του “Η Ορθοδοξία στην Τουρκοκρατία”, αποφεύγει όπως ο διάολος το λιβάνι να αναφερθεί στο θέμα. Το ήθος της θρησκευτικής ηγεσίας, αναπαράχθηκε από τους Φαναριώτες αυλικούς της οι οποίοι εξαγόραζαν το αξίωμα του βοεβόδα Μολδαβίας και Βλαχίας, παρ’όλο που εγνώριζαν ότι η εμφάνιση νέου πλειοδότη θα τους εκθρόνιζε ή και θα τους έστελνε στον τάφο. “….μάταιοι και φίλαυτοι μέχρι γελοίου….συκοφαντεί τον πατέρα ο υιός και τον αδελφόν ο αδελφός…ίνα καταλάβη το αξίωμα». Αυτά γράφει ο Ουϊλιαμ Ήτον και τα αναφέρει ο Θερειανός στον «Αδαμάντιο Κοραή» του. Ο Άμερικανός στρατιωτικός παραθέτει και το ανέκδοτο της μητέρας του αποκεφαλισμένου ηγεμόνα Γκίκα, η οποία άφησε εμβρόντητη κυρία που πήγε να τη συλλυπηθεί: «Ώφειλον…να επιθυμίσω όπως ίδω τον υιόν μου αποθνήσκοντα ως οι κοινοί των ανθρώπων;». Η δίψα για εξουσία και χρήμα, η ειδική τελετή στέψης τους που γινόταν στο πατριαρχείο, η φαντασίωση πως ο Ρωμιός τοποτηρητής του Σουλτάνου, χορηγός της Εκκλησίας και λήσταρχος των ταλαίπωρων παραδουνάβιων πληθυσμών, ήταν σύμφωνα με κάποιον ψωμοζήτη αυλκόλακα πατριάρχη Αλεξανδρείας ο «τόπον και τύπον επέχων των ορθοδοξάτων και αγίων βασιλέων», βοηθούσαν να ξεπεραστούν οι δισταγμοί. Η διαστροφή σατιρίζεται από στιχουργό της εποχής που θέλει Φαναριώτισα μάνα να λέει: «Ας δω τον γυιό μου Βλάχ-μπέη, κι ο Τούρκος ας τον κόψει». Άλλωστε η έκπτωση από το ηγεμονικό αξίωμα αν δεν συνοδευόταν από αποκεφαλισμό, δεν σήμαινε και απόλυτη καταστροφή. Ο πρώην σατράπης ζούσε τοκίζοντας τα τεράστια κεφάλαια που είχε αποκτήσει, βυσσοδομούσε για την επιστροφή του και αν είχε δημευθεί η περιουσία του, το πατριαρχείο ανελάμβανε τη συντήρησή του ανταποδίδοντας τις ευεργεσίες του και ευελπιστώντας σε παλινόρθωση (Χ.Γ.Πατρινέλη, Οι Φαναριώτες πριν από το 1821, από την τρίτη επιστημονική ημερίδα της Εταιρεία Μελέτης της καθ’ημάς Ανατολής Αθ. 2002).

Για όσους δεν υπήρχαν θέσεις στη λεηλατημένη Μολδοβλαχία, άνοιγε η ίδια η Υψηλή Πύλη. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Μέγας Αγορητής της Μ. Εκκλησίας και διευθυντής της πατριαρχικής Ακαδημίας από 24 ετών, διορίστηκε το 1698 από το Σουλτάνο ως η «Εκλαμπροτάτη Υψηλότης», ο Πρίγκηπας, Φύλακας των Μυστικών και Αρχιγραμματέας του Σουλτάνου. Ο M.Ph.Zallony, γιατρός πασάδων και οσποδάρων διηγείται συνομιλία του με τον εξόριστο το 1802 στη Ρόδο ηγεμόνα Αλ.Σούτσο που του εκμυστηρεύτηκε: «…αυθέντης Φαναριώτης άνευ φιλοδοξίας και άνευ ραδιουργιών, ομοιάζει προς …φιλάρεσκον γυναίκα άνευ απαιτήσεων ή ιερέα άνευ υποκρισίας» (Σιμόπουλος, “Ξένοι ταξιδιώτες…” τ.Β΄). Οι φαναριώτικες οικογένειες δεν μπορούσαν να μείνουν έξω από τον χορό των αλλαξοπατριαρχιών. Ο Μ.Γεδεών μας πληροφορεί πως οι Σούτσοι «κατεβίβασαν του θρόνου τον Καλλίνικον Ε΄, ανεβίβασαν δε (1806) τον (άγιο) Γρηγόριον Ε΄παυθέντα μετά δύο έτη όπως το δεύτερον ανέλθη ο Καλλίνικος παυθείς το 1809, ανθ’ού προσεκλήθη Ιερεμίας…».

Στο βιβλίο του καθηγητή της Νεοελληνικής Ιστορίας και Φιλολογίας στο Παν. της Βιέννης H.Gunnar: «Οικουμενικό πατριαρχείο και ευρωπαϊκή πολιτική» Μορφ. Ίδρ. Εθν. Τραπέζης, περιγράφονται οι περιπέτειες του πατριάρχη Λούκαρι, που είναι αποκαλυπτικές για τον εκκλησιαστικό υπόκοσμο. Το 1612 ο για δεύτερη φορά πατριάρχης Νεόφυτος ο Β΄, ιεράρχης άρπαγας και αδίστακτος που υπέγραψε και έστειλε στον πάπα Καθολική ομολογία Πίστεως, εκτοπίστηκε από τη Σύνοδο στην Ρόδο. Ο πατριάρχης (από τα 29 του) Αλεξανδρείας Κύριλλος (εικ.), που παλινορθώθηκε πέντε φορές, αναλαμβάνει τοποτηρητής. Ο κατά κόσμον Κώστας Λούκαρις, γιός ενός χασάπη και μιας πλύστρας, πρώην μούτσος σε καράβι, που στη Δύση όπου τον έστειλε για σπουδές ο αρχιμανδρίτης Μελέτιος Πηγάς, μεγαλοπιανόταν να κυκλοφορεί στην Πάντοβα ζωσμένος με χρυσό σπαθί, βρήκε μπροστά του τον Πατρών Τιμόθεο και άλλους δεσποτάδες να υπόσχονται στο Μεγάλο βεζίρη να πλειοδοτούν για να πουληθεί ο θρόνος σε κάποιον από αυτούς. Πατριάρχης εκλέγεται ο Πατρών, που προσπαθεί να εξοντώσει τον Λούκαρι. Το 1620 πεθαίνει αιφνιδιαστικά ίσως δηλητηριασμένος από κάποιο ιερωμένο των πατριαρχείων με εντολή του Λούκαρι, που με τη βοήθεια του Ολλανδού πρέσβυ, τον διαδέχεται κληρονομώντας χρέος 15.000 άσπρων.


ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: http://roides.wordpress.com/2009/04/06/6apr09/

Βλέπε επίσης: Όρκος Ελλήνων στρατιωτών... σε ιερέα! (foto)