logo

fb youtube rss

Σύνδεση



Περί τής ιστορικότητας τού Ιησού...Τάκιτος - Πλινίος - Σουητώνιος.
ΠΗΓΗ  http://anazitiseis-hh.blogspot.com/search/label/%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%AF%20%CF%84%CE%AE%CF%82%20%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82%20%CF%84%CE%BF%CF%8D%20%CE%99%CE%B7%CF%83%CE%BF%CF%8D
..................
..
Και μετά τον Σουητώνιο και τον Πλίνιο τον Νεότερο, σειρά παίρνει κι ο τρίτος Ρωμαίος ιστορικός που επικαλούνται οι χριστιανοί όταν η κουβέντα έρχεται στο ζήτημα τής ιστορικότητας τού Ιησού ۬ πρόκειται, όπως θα καταλάβατε, για τον Πόπλιο Κορνήλιο Τάκιτο και την πολυσυζητημένη μαρτυρία του από το 15ο βιβλίο των Χρονικών (1) που για πολλούς αποτελεί σημαντικότατο στοιχείο στην πορεία αναζήτησης τού ιστορικού Ιησού. Στο εν λόγω απόσπασμα, λοιπόν, αναφέρεται ότι ο Νέρων, για να καταπνίξει τις φήμες που τον ήθελαν να κρύβεται πίσω από τη μεγάλη πυρκαγιά τής Ρώμης, στράφηκε με σκληρές τιμωρίες εναντίον μιας τάξης ανθρώπων που ήταν μισητοί για τα βδελυρά τους έργα και που ο λαός ονόμαζε χριστιανούς (Christianos). Το δε όνομα τους -όπως διευκρινίζει ο Τάκιτος- το είχαν πάρει από τον Χριστό (Christus) ο οποίος επί Τιβερίου είχε καταδικαστεί σε θάνατο από τον Ρωμαίο επίτροπο-ηγεμόνα (procurator) τής Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Τα βασανιστήρια ωστόσο στα οποία υποβάλλονταν οι άνθρωποι αυτοί, ήταν τόσο φριχτά που παρά το γεγονός ότι δικαίως τιμωρούνταν, εν τούτοις υπήρξε και κάποια συμπόνια γι’αυτούς, αφού φαινόταν πως όλα αυτά στην πραγματικότητα ΔΕΝ γίνονταν για το δημόσιο συμφέρον, αλλά αποκλειστικά και μόνο για τη σκληρότητα ενός ανθρώπου:
τού Νέρωνα.

Εκ πρώτης όψεως…

Εκ πρώτης όψεως οι πληροφορίες αυτές αποτελούν «μια πολύ σημαντική,
συγκεκριμένη και θετική είδηση για τον Χριστό και για τη χρονολογία του θανάτού του», αφού -όπως και στα Ευαγγέλια- η εκτέλεσή του συνδέεται άμεσα με τον Πόντιο Πιλάτο. Όσον αφορά τώρα την παράμετρο τής αξιοπιστίας, «όπως αναφέρουν σχολιαστές του Τάκιτου, ο ιστορικός αυτός ήταν πολύ καλά πληροφορημένος, αφού στο έργο του αναφέρει ότι ο όχλος ονόμαζε τους πιστούς chrestiani, ενώ ο ίδιος τούς ονομάζει christiani, επειδή γνώριζε ότι ο ιδρυτής τους ήταν ο Christus και όχι ο Chrestus»
. (2)

Ωστόσο…

Ωστόσο υπάρχουν πολλοί που δε συμμερίζονται καθόλου την άποψη αυτή.
Ένα σημείο φερ’ ειπείν που προκαλεί έντονο προβληματισμό, είναι ο όρος procurator που χρησιμοποιήθηκε από τον Τάκιτο. Ο Πόντιος Πιλάτος, βλέπετε, -όπως μαρτυρά μια ρωμαϊκή επιγραφή τού 1ου αιώνα που βρέθηκε το 1961 στην Καισάρεια- στην πραγματικότητα δεν κατείχε το αξίωμα τού επιτρόπου (ηγεμόνα), αλλά αυτό τού επάρχου (Praefectus). Ο τίτλος τού Επιτρόπου ως διοικητή τής επαρχίας τής Ιουδαίας είναι μεταγενέστερος και καταγράφεται από το 44 μ.Χ. και μετά. Ο Πιλάτος, λοιπόν, από το 26 έως το 36 που διήρκεσε η ηγεμονία του, ΔΕΝ ήταν επίτροπος και συνεπώς δεν μπορεί να καταχωρίστηκε στα ρωμαϊκά αρχεία με το αξίωμα αυτό, πράγμα που κι αυτό συνεπακόλουθα σημαίνει ότι οι πληροφορίες τού Τάκιτου -σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση των χριστιανών- δεν είναι δυνατόν να αντλήθηκαν από την πηγή αυτή! Πέραν τούτου, υπάρχει και μια άλλη λεπτομέρεια που εμβάλλει κάποιον σε σκέψεις: εάν ο Τάκιτος είχε όντως στηριχτεί στα επίσημα αρχεία τού κράτους, τότε όχι μόνο τον τίτλο procurator δε θα είχε συναντήσει, αλλά πιθανότατα ούτε καν το ίδιο το όνομα Χριστός, αφού στην πραγματικότητα δεν πρόκειται περί ονόματος, αλλά περί θεολογικού προσωνυμίου! Τα πράγματα είναι, νομίζω, ξεκάθαρα: εάν η περίφημη εκτέλεση είχε όντως καταγραφεί στα αρχεία τού κράτους, τότε ο Πιλάτος θα είχε καταχωρισθεί με τον τίτλο Praefectus και ο Χριστός με το όνομα Ιησούς Ναζωραίος - όπως ακριβώς δηλαδή (υποτίθεται ότι) συνέβη
και στην περίπτωση τής επιγραφής Ι.Ν.Β.Ι.!

Αναφορικά δε με το έτερο επιχείρημα ότι σε αντίθεση με τον Τάκιτο, «ο όχλος
ονόμαζε τους πιστούς chrestiani», θα πρέπει να επισημανθεί ότι το λατινικό κείμενο δε λέει κάτι τέτοιο, αφού -τυπικά τουλάχιστον- ο λεκτικός τύπος που χρησιμοποιήθηκε είναι το σωστό christianos. Και λεώ «τυπικά» γιατί όπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, στο παλαιότερο σωζόμενο αντίγραφο τού αποσπάσματος η επίμαχη λέξη υπέστη «εξωτερικές παρεμβάσεις»! Αρχικά, βλέπετε, στη θέση τού «έγκυρου» christianos υπήρχε το «λανθασμένο» chrestianos. Κάποιος αντιγραφέας ωστόσο, θεώρησε σκόπιμο να επέμβει στην επίμαχη λέξη, μετατρέποντας το e σε i! To κενό διάστημα όμως που δημιουργήθηκε μεταξύ τού i και του επόμενου γράμματος που ακολουθούσε, δηλαδή τού s, τον πρόδωσε.
..........









Η παραποίηση αυτή που για πρώτη φορά επισημάνθηκε το 1906 (G. Andresen), όπως επιβεβαίωσε και η υπέρυθρη φωτογράφιση τού εγγράφου, θεωρείται πλέον απολύτως τεκμηριωμένη: κάτω από i όντως υπήρχε κάποτε ένα e!
..
...
Αξιζει δε να επισημανθεί ότι στο Christus που ακολουθεί πέντε λέξεις μετά, το γράμμα που βρίσκεται ανάμεσα στο r και το s, το γενικά αποδεκτό δηλαδή ως i, όπως φαίνεται και στη δεύτερη στη σειρά φωτογραφία πιο πάνω, δεν είναι καθόλου ευδιάκριτο. Στην πραγματικότητα μάλιστα θα ορκιζόταν κανείς ότι δεν υπάρχει απολύτως τίποτα στο σημείο αυτό! Για την ακρίβεια, αυτό που φαίνεται είναι μοναχά μια γραμμή-«γέφυρα» που θυμίζει επικίνδυνα το οριζόντιο τμήμα τού «σταυρού» στο e που σβήστηκε! Ίχνη επέμβασης ωστόσο, εδώ δε φαίνεται
να υπάρχουν. (3)
..

Δεδομένων, λοιπόν, των στοιχείων αυτών, είναι νομίζω σαφές ότι η αποδεικτική αξία τής μαρτυρίας τού Τάκιτου ως προς το ζήτημα τής ιστορικής ύπαρξης τού επί επάρχου (και όχι επιτρόπου) Ποντίου Πιλάτου εκτελεσθέντος Ιησού Ναζωραίου (και όχι Χριστού), είναι εξαιρετικά ισχνή. Το πιθανότερο είναι ο Τάκιτος -όπως ακριβώς συνέβη και με τη μαρτυρία τού Πλινίου τού Νεοτέρου- απλώς να αναπαρήγαγε τις πεποιθήσεις των χριστιανών και όχι να κατέγραψε ιστορικά
γεγονότα.
..
Εκτός κι αν…

Εκτός βέβαια κι αν -όπως πιθανολογούν κάποιοι- οι επίμαχες αναφορές
παρεισήχθησαν εκ των υστέρων από χριστιανούς αντιγραφείς που θέλησαν να προσαρμόσουν το επίμαχο απόσπασμα στη δική τους εκδοχή. Περιέργως άλλωστε κανείς από τους χριστιανούς συγγραφείς των πρώτων αιώνων δεν επικαλείται τη μαρτυρία τού Τάκιτου -ούτε καν όταν η συζήτηση συνδέεται με τον Νέρωνα και τις διώξεις των πιστών! Δεδομένης λοιπόν τής χρονικής απόστασης που χωρίζει τη μαρτυρία τού Τάκιτου (κυρίως δε τού μεσαιωνικού αντιγράφου των Χρονικών), από τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται, η περίπτωση τής μεταγενέστερης παρεισαγωγής ασφαλώς δεν μπορεί να
αποκλειστεί. (4)

Παρ’ όλα αυτά…

Παρ’ όλα αυτά, οι υπό συζήτηση στίχοι τού Τάκιτου θεωρούνται από τους
περισσότερους μελετητές αυθεντικοί. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι η εικόνα που παραδίδει το επίμαχο απόσπασμα για τους χριστιανούς δεν είναι και η καλύτερη: «μισητοί», «βδελυρά έργα», «δεισιδαιμονία», «άξιζαν κάθε τιμωρία» - ασφαλώς όχι και η καλύτερη διαφήμιση για τον χριστιανισμό… Κι εδώ που τα λέμε, δεν αποκλείεται αυτός ακριβώς να ήταν κι ο λόγος που οι χριστιανοί
συγγραφείς των πρώτων αιώνων δεν παρέπεμπαν στη συγκεκριμένη πηγή!

Από την άλλη όμως ποιος μπορεί να αποκλείσει την περίπτωση κάποιος
πονηρός αντιγραφέας, αντιλαμβανόμενος ότι αν το απόσπασμα θύμιζε περισσότερο απολογητικό κείμενο παρά ιστορική καταγραφή, πιθανότατα δε θα γινόταν πιστευτό (5), να επέλεξε εντελώς συνειδητά μια ενδιάμεση, αληθοφανέστερη θέση για να θολώσει τα νερά; Διότι ο Τάκιτος μπορεί μεν να έγραψε αυτά που έγραψε για τους χριστιανούς, αλλά όπως και να ’χει, οι σαφώς διπλωματικές φραστικές διατυπώσεις που χρησιμοποίησε, υπέβαλλαν το συμπέρασμα ότι οι σκληρές τιμωρίες που επιβλήθηκαν από
τον Νέρωνα ήταν αυθαίρετες και προϊόν τής προσωπικής του εμπάθειας.

Εβραϊκός δάκτυλος;

Μήπως όμως πίσω σπό την πιθανολογούμενη παρεισαγωγή θα πρέπει
να υποτεθεί, όχι χριστιανικός, αλλά εβραϊκός δάκτυλος; Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή -η οποία προτάθηκε σε μια πρόσφατη συζήτηση από τον φίλο Άθεο- είναι εξαιρετικά πιθανό οι Εβραίοι, ορμώμενοι τόσο από το μίσος τους κατά των χριστιανών όσο και κατά τού Νέρωνα, να νόθευσαν την πληροφορία «βάζοντας στη θέση των Ιουδαίων το όνομα των Χριστιανών, τη μισητή τους αίρεση, έτσι απλά και γρήγορα, όπως
σπρώχνουμε τα σκουπίδια κάτω από το χαλί». (6)

Η υπόθεση αυτή, όμως, όπως ακριβώς κι η προηγούμενη που αναφέρθηκε,
σκοντάφτει πάνω στο ίδιο πρόβλημα: στο ότι δηλαδή οι τοποθετήσεις τού Τάκιτου δεν είναι απόλυτες. Ο Νέρων σε αντίθεση με τις αναφορές τού Πλινίου τού Πρεσβυτέρου, τού Σουητώνιου και τού Δίωνος Κασσίου δεν παρουσιάζεται στον αναγνώστη ως ένοχος για τη φωτιά, αλλά απλώς ως αντικείμενο φημών. Την ίδια στιγμή όμως που σχετικοποιούνται οι κατηγορίες εις βάρος του, επικρίνεται από την άλλη για τη σκληρότητα και την εμπάθειά του απέναντι στους χριστιανούς. Κι οι χριστιανοί με τη σειρά τους ενώ από τη μια παρουσιάζονται ως μισητοί, κατάπτυστοι δεισιδαίμονες που άξιζαν ακόμα και την πιο ακραία τιμωρία, από την άλλη περιγράφονται ως οικτρά θύματα τής αυθαιρεσίας και της σκληρότητας τού Νέρωνα! Μια στο καρφί
και μια στο πέταλο δηλαδή! Οπότε τι συμπέρασμα μπορεί να εξαχθεί εδώ με ασφάλεια; Ποιος ζημιώνεται και ποιος βγαίνει ωφελημένος;

Χάριν πληρότητας πάντως να αναφερθεί ότι σύμφωνα με κάποια άλλη
παραλλαγμένη θεωρία (Eric Laupot), οι christianos για τους οποίους γίνεται λόγος στο δεύτερο βιβλίο των Χρονικών τού εκκλησιαστικού συγγραφέα τού 4ου αιώνα Σουλπικίου Σεβήρου στην πραγματικότητα ταυτίζονται με τους αντίστοιχους τού Τάκιτου και ήταν αναμφίβολα Εβραίοι. Το απόσπασμα δε αυτό θεωρείται ότι πιθανότατα αντλήθηκε από το σήμερα χαμένο πλέον σώμα τού 5ου βιβλίου τής Ιστορίας τού Τάκιτου και -κατά τον Laupot- αποδεικνύει πειστικά ότι τόσο οι christianos τού Ρωμαίου ιστορικού όσο και εκείνοι τού Σουλπικίου Σεβήρου δεν ήταν παρά Εβραίοι εξεγερθέντες. Στο επίμαχο κείμενο ωστόσο βλέπουμε να γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στους christianos και τους Iudaeis, αφού οι δύο θρησκείες δεν περιγράφονται ως ένα ενιαίο σύνολο, αλλά ως δύο ανταγωνιστικές σέκτες εκ των οποίων η μία ξεπήδησε μέσα από την άλλη. Η επίγνωση δε τής διαφορετικότητας αυτής επισημαίνεται στο επίμαχο απόσπασμα κι από τον ίδιο τον Τίτο ο οποίος προκειμένου να εξουδετερωθούν ολοσχερώς οι συγγενείς μεν, αντιμαχόμενες δε θρησκείες (religiones) των Ιουδαίων και των χριστιανών, τάσσεται υπέρ τής καταστροφής τού Ναού τού Σολομώντος. Ο Laupot, ωστόσο, εστιάζοντας ανισομερώς την προσοχή του στους christianos «εις βάρος» των Iudaeis, αναπόφευκτα υποβαθμίζει την ιδεολογικοθρησκευτική προσέγγιση τού στρατηγού, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι οι christianos αυτοί -όπως ακριβώς και οι «κανονικοί» Iudaeis- στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά Εβραίοι στασιαστές που με τη συνωμοτική, αντιστασιακή τους δράση είχανε γίνει πονοκέφαλος στη Ρώμη. Έτσι λοιπόν, προσωπικά δε μπορώ να πω πως αντιλαμβάνομαι απόλυτα τον λόγο για τον οποίο το christianos στα επίμαχα αποσπάσματα τού Τάκιτου και τού Σουλπικίου Σεβήρου θα πρέπει να κατανοηθεί ως Ιουδαίος.
Κάτι, νομίζω, λείπει…


Κατακλείδα

Για να μείνουμε λοιπόν στην κοινώς αποδεκτή θέση η οποία δέχεται τις
επίμαχες αναφορές τού Τάκιτου ως αυθεντικές, μπορούμε άφοβα νομίζω να πούμε ότι ακόμα κι έτσι, δεν μιλάμε για μια ανεξάρτητη καταγραφή ιστορικών γεγονότων με την αυστηρή έννοια τού όρου, αλλά για την απλή καταγραφή υποκειμενικών πεποιθήσεων και δοξασιών. Ο Τάκιτος απλώς επανέλαβε
τη χριστιανική εκδοχή ۬ δεν κατέγραψε γεγονότα, αλλά θρύλους και παραδόσεις. Ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει τώρα αυτό.
..
..
..


Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ

[1] XV,44


[2] Στρ. Θεοδοσίου - Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ., σ. 235,
εκδ. Δίαυλος

[3] Για αναλυτικότερες πληροφορίες,
εδώ.


[4] Ο Τάκιτος γράφει το 117 αναφερόμενος χοντρικά στην περίοδο μεταξύ
26 (πρωιμότερη πιθανή χρονολογία σταύρωσης) και 64 (εμπρησμός Ρώμης),
ενώ το παλαιότερο αντίγραφο τού επίμαχου αποσπάσματος περιέχεται στο
Μεδικαίον ΙΙ, ένα χειρόγραφο τού 11ου αιώνα. Ωστόσο το γεγονός αυτό από
μόνο του, ασφαλώς δεν είναι αρκετό για να απορριφθεί το κείμενο ως
αναξιόπιστο. Αν συνέβαινε αυτό, τότε θα έπρεπε να βάλουμε και πίσω
από ιστορικά δεδομένα που σήμερα θεωρούμε αδιαμφισβήτητες αλήθειες,
ένα τεράστιο ερωτηματικό.

[5]
Όπως φερ’ ειπείν στην περίπτωση τής Φλαβιανής μαρτυρίας.

[6] Από το δεύτερο βιβλίο τού Άθεου το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει
γύρω στα τέλη τού 2009.


..
..
..............................................................................
.............


Συνεχίζοντας τη νέα θεματική ενότητα πού πραγματεύεται το ακανθώδες ζητήμα τής ιστορικότητας τού Ιησού, ας ρίξουμε μια κοντινότερη ματιά και στη μαρτυρία ενός άλλου Ρωμαίου ιστορικού: τού Πλινίου τού Νεοτέρου. Ο Πλίνιος λοιπόν σε μια επιστολή που ανάγεται γύρω στο 111 με 112 μ.Χ. και έχει αποδέκτη τον προσωπικό του φίλο αυτοκράτορα Τραϊανό, αναφερόμενος στο γενικότερο σύνολο των χριστιανών με τους οποίους είχε έρθει σε επαφή κατά τη διάρκεια ερευνών και ανακρίσεων, γράφει τα εξής:
..
«Συνήθιζαν να συνέρχωνται καθωρισμένην ημέραν προ της ανατολής
του ηλίου (1) και να αναπέμπουν ύμνον εις τον Χριστόν ως εις Θεόν και εδένοντο με αμοιβαίον όρκον, όχι διά κάποιο έγκλημα, αλλά ότι δεν θα διέπρατταν απάτην, ληστεία ή μοιχεία, δεν θα παρέβαιναν την πίστην τους, ούτε θα ηρνούντο την ιερή τους παρακαταθήκη, ακόμη κι αν τους εδίκαζον. Μετά το τέλος της συναθροίσεώς των συνήθιζον να χωρίζουν, διά να συγκεντρωθούν και πάλι και να δειπνήσουν με λιτό και κοινό δι’
όλους φαγητό». (2)
..
Όντας δε γνώστης των ραγδαίων κοινωνικοθρησκευτικών εξελίξεων στην περιοχή
τής Βιθυνίας τού Πόντου όπου και υπηρετούσε ως λεγάτος (Legatus Caesaris), ο Πλίνιος αφού επισημαίνει στον Τραϊανό την έντονη παρουσία τής χριστιανικής λατρείας -«μίασμα» και «δεισιδαιμονία» τη χαρακτηρίζει-, ζητά συγκεκριμένες οδηγίες για το τι στάση θα πρέπει να τηρήσει, για να λάβει την απάντηση ότι θα ήταν φρόνιμο «να μην προβεί σε διώξεις εναντίον των χριστιανών, να απορρίψει τις αβάσιμες κατηγορίες και να τιμωρήσει μόνο, όσους διακρίνονται για την επιδεικτική απείθειά τους». (3)
..

Η βαρύτητα τής μαρτυρίας
...
Κατ’ αρχάς, ένα στοιχείο που διαφοροποιεί τη μαρτυρία
ετούτη από εκείνη τού Σουητώνιου, είναι το γεγονός ότι ο Πλίνιος όταν αναφέρεται στους χριστιανούς και στον Χριστό, χρησιμοποιεί τους σωστούς λεκτικούς τύπους (Christiani και Christo αντίστοιχα). Από ’κεί και πέρα όμως, το κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε εδώ για αδιάδειστο τεκμήριο που κατοχυρώνει πέραν πάσης αμφιβολίας την ιστορική ύπαρξη τού Ιησού Χριστού, σηκώνει πολλή κουβέντα ۬ στην καλύτερη περίπτωση θα μπορούσε να δεχθεί κανείς ότι οι φραστικές διατυπώσεις τού Πλίνιου δεν καθιστούν απαγορευτική την υπόθεση πως ο Χριστός για εκείνον δεν φαίνεται να ήταν απλώς ένα επινοημένο, μυθικό πρόσωπο. Γενικά όμως «σε όλα αυτά δεν υπάρχει ούτε ένα κομματάκι πληροφορίας, που να μας υποχρεώνει να πιστεψουμε στην ύπαρξη του Ιησού» (4). Η μοναδική αδιαμφισβήτητη πληροφορία που μας παρέχεται εδώ, είναι αποκλειστικά και μόνο η ανίχνευση τού χριστιανικού στοιχείου εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού και γεωγραφικού πλαισίου ۬ αυτό δηλαδή που -όπως είπαμε- θα ίσχυε και για τη μαρτυρία τού Σουητώνιου εάν δεχόμασταν πως ο Chresto τού επίμαχου
χωρίου ήταν όντως ο Χριστός.
..
Η λεπτομέρεια
..
Υπάρχει ωστόσο μια λεπτομέρεια στα γραφόμενα τού Πλίνιου, στην οποία αξίζει
να σταθούμε λίγο παραπάνω. Πρόκειται για τη φράση «εις τον Χριστόν ως εις Θεόν» («Christo quasi Deo»), διατύπωση η οποία σύμφωνα με μερικούς χριστιανούς επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι ο Πλίνιος αντιλαμβανόταν τον Χριστό ως πρόσωπο πραγματικό. «Αν νόμιζε ότι ο Χριστός δεν υπήρξε θα έγραφε ότι οι χριστιανοί πιστεύουν σε μύθους και θρύλους ή αόριστα ότι λατρεύουν κάποιον Χριστό, του οποίου, όμως, αμφισβητεί τη θεότητα […]». Η φράση όμως «υπογραμμίζει τη διάκριση τού Ιησού από τους γνωστούς λατρευόμενους θεούς. Άρα αυτή ακριβώς η διάκριση δείχνει ότι […] ο Χριστός δεν ήταν ένας αφηρημένος Θεός, αλλά ένα υπαρκτό πρόσωπο, που είχε ζήσει στη Γη. Συνεπώς: “ο Πλίνιος παρέχει ξεκάθαρη μαρτυρία ότι ο Ιησούς ήταν ιστορικό πρόσωπο, του οποίου η επίδραση ήταν ακόμη αισθητή στη Ρωμαϊκή επαρχία της Βιθυνίας του Πόντου, ογδόντα χρόνια ύστερα από το θάνατό του” (Μurray J. Harris, 1996, σελ. 18)». (5)
..
Ο αντίλογος
..
Το παραπάνω συμπέρασμα ωστόσο είναι σαφές ότι απέχει πολύ απ’ αυτό
που λέμε πραγματικά δεδομένα. Διότι πέραν τού γεγονότος ότι -όπως είπαμε- η μεγαλύτερη παραχώρηση που θα μπορούσε να κάνει κανείς έχοντας μπροστά του την επίμαχη φράση, είναι να συμφωνήσει ότι δεν μπορεί ν’ αποκλειστεί εντελώς το ενδεχόμενο να θεωρούσε ο Πλίνιος τον Ιησού πρόσωπο υπάρξαν, η επιχειρηματολογία των χριστιανών είναι δομημένη πάνω σε καταφανέστατα λογικά σφάλματα. Για να ξεκινήσουμε από το πιο βασικό, από πού κι ως πού το γεγονός ότι ο Πλίνιος δε γράφει πως «οι χριστιανοί πιστεύουν σε μύθους και θρύλους ή αόριστα ότι λατρεύουν κάποιον Χριστό», αποδεικνύει ότι δεν τον θεωρούσε μυθικό πρόσωπο; Δηλαδή όταν εμείς αναφερόμαστε στον Γιαχβέ και όχι σε «κάποιον Γιαχβέ», στον Μίθρα και όχι σε «κάποιον Μίθρα» ή ξέρω ’γώ, στο… Ιπτάμενο και όχι σε… «κάποιο Ιπτάμενο Τέρας των Μακαρονιών», έχουμε στο μυαλό μας… υπαρκτές οντότητες; Ας είμαστε λοιπόν σοβαροί: το ότι ο Πλίνιος έκανε λόγο για ανθρώπους που λάτρευαν ΤΟΝ Χριστό, και όχι «κάποιον Χριστό», το μόνο που αποδεικνύει είναι απλώς ότι το συγκεκριμένο αντικείμενο λατρείας ήταν ήδη γνωστό -τόσο σ’ εκείνον όσο και στον συνομιλητή του Τραϊανό-, ενώ η φράση «ως εις Θεόν» συνδυαζόμενη με τον χαρακτηρισμό «δεισιδαιμονία» που χρησιμοποιείται στη συνέχεια τής επιστολής, αποδεικνύει με τη σειρά της την αμφισβήτηση τής θεότητας τού γνωστού εκείνου αντικειμένου λατρείας στο οποίο είχε γίνει αναφορά. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.


Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ

(1) Σύμφωνα με τον Νίκο Βεργίδη, η πληροφορία ότι οι χριστιανοί μαζεύονταν πριν
από την ανατολή τού ηλίου για να υμνήσουν τον Χριστό, «επιβεβαιώνει τις ηλιακές
ρίζες του Θεού».
(Νέρων και Χριστός, σ. 151, εκδ. Arcadia)

(2) Στρ. Θεοδοσίου - Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ., σ. 237, εκδ. Δίαυλος

(3) Ομ., σ. 238

(4) ,Ian Wilson, Ιησούς: οι μαρτυρίες, σ. 86, εκδ. Κονιδάρη

Επίσης, ο
Ch. Gugnebert, καθηγητής Ιστορίας τού χριστιανισμού, παρόλο
που δεν
αμφιβάλλει για την ιστορικότητα τού Ιησού, δε θεωρεί την επιστολή τού Πλίνιου
αποδεκτό στοιχείο.
...
(5) Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ., σ. 238
..
Ο Lionel Rocheman πάλι στο βιβλίο του Ιησούς: Υπήρξε πραγματικά; Τι λένε
οι
ιστορικοί,
σ. 80-81, αναφέρει:
..
«Ο Πλίνιος, λοιπόν, διηγείται ότι οι χριστιανοί αναφέρουν τον Χριστό, αλλά

όχι τον Ιησού. Λαμβάνοντας υπόψη μας την πιθανή ερμηνεία του Πλίνιου
της τρομοκρατημένης υπεράσπισης των υπηκόων που είχαν διαπράξει το
έγκλημα να λατρέψουν έναν άλλο θεό από τον αυτοκράτορα, δεν μένει παρά
να υποθέσουμε ότι για τον λεγάτο οι χριστιανοί λατρεύουν έναν “σχεδόν θεό”
(τον Μεσσία) και όχι έναν άνθρωπο, ούτε έναν άνθρωπο
θεό».
...............................................................................
.......................
..
«Judaeos impulsore Chresto assidue tumultuantes Romae expulsit» ۬ πασίγνωστο το χωρίο τού Ρωμαίου ιστορικού Σουητώνιου από το έργο του Βίοι των Καισάρων, γνωστή και η σημασία που του αποδίδεται ως εξωχριστιανικού τεκμηρίου για την ιστορικότητα τού Ιησού. Είναι όμως όντως τόσο ξεκάθαρα τα πράγματα με το επίμαχο απόσπασμα; Μπορούμε όντως να μιλάμε για σαφή αναφορά στον Χριστό ή μήπως είναι δυνατόν να εννοείται εδώ κάτι εντελώς διαφορετικό;
..
Ας πάρουμε όμως καλύτερα τα πράγματα με τη σειρά ξεκινώντας από την
ακριβή μετάφραση τού χωρίου: «Τους Ιουδαίους οι οποίοι τη υποκινήσει τού Chresto εδημιούργουν θόρυβον (για την ακρίβεια: “τους συνεχώς θορυβούντες Ιουδαίους”) εις την Ρώμην, τους εξώρισεν». Αυτό λοιπόν που με την πρώτη ματιά έχουμε εδώ είναι η καταγραφή κάποιων ταραχωδών γεγονότων τα οποία αποδόθηκαν από τον συγγραφέα στην υποδαυλιστική ανάμειξη ενός ατόμου όνοματι Chrestus. Ποιος ήταν όμως αυτός ο περιβόητος Chrestus; Επρόκειτο για τον γνωστό σε όλους μας Ιησού Χριστό ή μήπως ο Σουητώνιος αναφερόταν εδώ σε κάποιο άλλο, εντελώς διαφορετικό άτομο με παρόμοιο
όνομα;
..
Ήταν δούλος
..
Σύμφωνα με την άποψη των μελετητών εκείνων που προτιμούν να βασίζονται
στην ακριβή φραστική διατύπωση τού χωρίου, από τη στιγμή που ο Σουητώνιος κάνει ρητά λόγο για καποιον Chresto (Χρηστό) και όχι Christo (Χριστό), δεν είναι δυνατόν να δεχθούμε την αναφορά αυτή ως μαρτυρία περί τού ιστορικού Ιησού, πόσο μάλλον όταν γνωρίζουμε πως το όνομα Chrestus (από το ελληνικό χρηστός, δηλαδή έντιμος, αγαθός, ικανός) ήταν πολύ διαδεδομένο την εποχή εκείνη μεταξύ των σκλάβων και των απελεύθερων (1). Πιθανότατα, λοιπόν, καταλήγουν οι μελετητές αυτοί, το συγκεκριμένο άτομο δεν ήταν παρά κάποιος μπελαλής σκλάβος, ο οποίος δημιουργούσε μονίμως προβλήματα μεταξύ των Εβραίων τής Ρώμης, επισύροντας έτσι τη μήνη τού Κλαυδίου που προκειμένου να γλυτώσει από τις συνεχείς έριδες των θερμόαιμων «φιλοξενουμένων» του, προτίμησε να τους ξεφορτωθεί εξορίζοντάς τους! Το γεγονός αυτό μάλιστα επιβεβαιώνεται και από τις Πράξεις των Αποστόλων όπου στο ΙΗ΄, 1-2 γίνεται λόγος για ένα ζευγάρι Ιουδαίων, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, που εγκατέλειψαν τη Ρώμη κατόπιν σχετικού διατάγματος τού Κλαυδίου!
..
Οι ενστάσεις των χριστιανών
..
Ο Σουητώνιος ωστόσο δεν μιλά γενικά κι αόριστα για κάποιον Chresto, αλλά
χρησιμοποιεί μια διατύπωση που αφήνει να εννοηθεί πώς το άτομο για το οποίο γίνεται λόγος, ήταν ήδη γνωστό. Αλλιώς θα ’πρεπε να είχε γράψει: «impulsore Chresto quodam», να είχε χρησιμοποιήσει δηλαδή τον τύπο αφαιρετικής τής αόριστης επιθετικής αντωνυμίας quidam δηλώνοντας έτσι ότι επρόκειτο περί «Χριστού τινός» και όχι περί ΤΟΥ Χριστού!
..
Πέραν τούτου, το ότι το όνομα που παραδίδεται στο επίμαχο χωρίο είναι
Chrestus και όχι Christus, είναι απολύτως και πολλαπλώς ερμηνεύσιμο. Συγκεκριμένα, «επειδή το όνομα Χριστός ήταν ακατάληπτο τότε στους Εθνικούς, ο Σουετώνιος μεταχειρίσθηκε το οικειότερο και ευληπτότερο όνομα Chrestus ή Χρηστός». Πιθανόν πάλι ο τύπος αυτός να αποτελούσε «απλώς ορθογραφική παραλλαγή τής λέξης Christus» (2) που προέκυψε από τη σύγχυση που προκαλούνταν σε Ρωμαίους και Έλληνες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση τού Τερτυλλιανού ο οποίος στην Απολογία του αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτό το πρόβλημα, λέγοντας ότι εκείνοι που πρόφεραν λανθασμένα τη λέξη χριστιανός (Chrestianus αντί Christianus), αποδείκνυαν ότι δεν γνώριζαν σωστά ούτε καν το όνομα το οποίο μισούσαν! (3)
..
Ωστόσο…
..
Ωστόσο τα παραπάνω επιχειρήματα, παρότι συγκεκριμένα και συγκροτημένα, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν και ακλόνητα. Διότι όσον αφορά την πρώτη
ένσταση, ανεξαρτήτως τού γεγονότος ότι ακόμα κι αν το επίμαχο χωρίο έλεγε: «Chresto quodam», ούτε τότε θα μεταφράζαμε: «Χριστού τινός», αλλά απλώς: «Χρηστού τινός», για ποιον λόγο ο γνωστός αυτός Chresto να ήταν σώνει και καλά ο Χριστός, και όχι κάποιος άλλος ταραχοποιός που ακριβώς επειδή ήταν γνωστός τοις πάσι, γι’ αυτό μνημονεύθηκε χωρίς την υφολογικά ενδεδειγμένη αόριστη αντωνυμία; Κι αν πάλι αντιπαρατηρήσει κανείς ότι πουθενά αλλού ο Σουητώνιος δεν αναφέρεται στον γνωστό-άγνωστο αυτόν ταραξία, το ίδιο, θα πω, ισχύει και για τον πασίγνωστο Ιησού Χριστό: ούτε αυτόν μνημονεύει αλλού ο Σουητώνιος - ούτε ως Christo ούτε ως Chresto.
..
Πέραν τούτου, εάν όπως αναφέρεται στο κείμενο τής Ο.Ο.Δ.Ε., ο Σουητώνιος
με το όνομα Chestus ήθελε πράγματι να γίνει κατανοητός από τους εθνικούς ή απλώς κατέγραψε τον παρεφθαρμένο τύπο που είχε φτάσει στ’ αυτιά του, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι σε κάποιο άλλο βιβλίο του χρησιμοποιεί (και άρα γνωρίζει) το σωστό όνομα Christiani (4); Εκεί δηλαδή δεν τον ενδιέφερε να γίνει κατανοητός; Και μόνο το γεγονός αυτό, νομίζω, αποδυναμώνει το επιχείρημα περί σκόπιμης -ή και αθέλητης- αλλοίωσης τού ονόματος και απομακρύνει το
ενδεχόμενο να εννοούνταν εδώ πράγματι ο γνωστός Χριστός.
..
Η χρονική αναντιστοιχία
..
Εκτός αυτού, πώς είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι το άτομο αυτό που προκαλούσε
μονίμως ταραχές μεταξύ των Ιουδαίων τής Ρώμης, θα μπορούσε όντως και να ’ταν ο Χριστός, όταν τα γεγονότα που περιγράφονται τοποθετούνται γύρω στο 50 μ.Χ., είκοσι δηλαδή περίπου χρόνια (!) μετά την ολοκλήρωση τής επίγειας ζωής του; Και μόνο το γεγονός αυτό καθιστά οποιαδήποτε σκέψη προς την κατεύθυνση τού Ιησού απαγορευτική!
...
Δεδομένης ωστόσο τής σημαντικής χρονικής απόστασης που χωρίζει τη μαρτυρία
τού Σουητώνιου από τα ιστορούμενα γεγονότα (5), κάποιοι πιθανολογούν ότι ο Ρωμαίος ιστορικός δεν ήταν καλά ενημερωμένος για τους χριστιανούς, «αφού θεωρεί ότι ο υποκινητής […] ήταν παρών στη Ρώμη» και συνάγουν το συμπέρασμα ότι το επίμαχο χωρίο «αναφέρεται μάλλον στην αναταραχή που προκάλεσε η “αίρεση” των χριστιανών στους κόλπους της ιουδαϊκής κοινότητας της Ρώμης», ενώ τα σχετικά γεγονότα «φαίνεται ότι έφτασαν διαστρεβλωμένα στον συγγραφέα για να αναφέρει ότι ο Chresto ήταν εκεί στη Ρώμη, ηγέτης των ταραχοποιών» (6). Δεν αποκλείεται λοιπόν το επίμαχο χωρίο όντως να αναφερόταν στον Χριστό κι ο Σουητώνιος απλώς «μπόρεσε να
έχει την ηχώ αυτών των τσακωμών». (7)
..
Το να συμφωνήσουμε όμως με την εκδοχή αυτή, απαιτεί αρκετή γενναιοδωρία
αφού θα πρέπει να κλείσουμε τα μάτια μας επιλεκτικά σε χειροπιαστά δεδομένα (διαφορετικό όνομα και διαφορετικό χρονικό πλαίσιο) για να δεχθούμε απλά πιθανολογήματα (παρεφθαρμένο όνομα και παραποιημένη πληροφόρηση). Και την πίτα γερή δηλαδή και τον σκύλο χορτάτο! Ούτως ή άλλως όμως, ακόμα κι έτσι να ’χαν τα πράγματα, αυτό που θα τεκμηριωνόταν εδώ στην περίπτωση αυτή, δε θα ’ταν η ιστορική ύπαρξη τού Χριστού, αλλά απλώς η ανίχνευση τού χριστιανικού στοιχείου εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου σε κάποιον συγκεκριμένο
τόπο.
..
Εκτός κι αν…
..
Εκτός κι αν ο Σουητώνιος -όπως γράφει ο Νίκος Βεργίδης στο ανατρεπτικό του
βιβλίο Νέρων και Χριστός- ήξερε πολύ καλά τι έλεγε, κι οι Ιουδαίοι τής Ρωμης που ανέφερε, στην πραγματικότητα δεν ήταν Ιουδαίοι, αλλά Ρωμαίοι οπαδοί «μιας εβραιογενούς θεότητας», τού Χριστού, που είχε πλαστεί από τους ίδιους τους Ρωμαίους «με το υλικό της δεύτερης σε κύρος -μετά τον Γιαχβέ- Ισραηλινής θεότητας»: εκείνης τού προχριστιανικού Ιησού τού Ναυή (8)! Στην περίπτωση αυτή, και με δεδομένο ότι «υπάρχουν […] μαρτυρίες, μέσα στις ίδιες τις χριστιανικές πηγές, πως οι χριστιανοί των πρώτων αιώνων, ονομάζονταν και “Χρηστοί”» (9), δεν θα προκαλούσε καμία απορία το γεγονός ότι στη Ρώμη τού 50 μ.Χ. κάποιος κακός μπελάς με το όνομα Chrestus δημιουργούσε τέτοια προβληματα που ο Κλαύδιος αναγκάστηκε να απαντήσει με μαζικούς εξορισμούς!
..
Ίσως πάλι να ισχύει το άλλο που
ισχυρίστηκε ο John M. Allegro, σημιτολόγος
και ειδικός στην αρχαία Σουμεριο-βαβυλωνιακή Φιλολογία, ότι δηλαδή ο Chresto τού επίμαχου χωρίου στην πραγματικότητα δεν ήταν καν άνθρωπος, αλλά… βότανο! Όχι δεν κάνω πλάκα τώρα! Το εν λόγω φυτό (κιχόριο ή αγριοράδικο), οπως αναφέρει ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος στη Φυσική Ιστορία, παρήγαγε έναν χυμό ο οποίος αναμεμιγμένος με λάδι, πιστευόταν ότι χάριζε ιδιαίτερες δυνάμεις και μεγαλύτερη δημοτικότητα σε όποιον «εχρίετο» μ’ αυτόν, γι’ αυτό και μερικοί το έλεγαν… χρηστόν!! Έτσι λοιπόν, καταλήγει ο δαιμόνιος Allegro, δεν αποκλείεται οι ταραχές που μνημονεύει ο Σουητώνιος να μην προκαλούνταν από την υποδαυλιστική ανάμιξη κάποιου Χρηστού, αλλά από την… απογειωτική ανάμιξη κάποιου… χρηστού με… λάδι!!
..
Κι αν το ενδεχόμενο αυτό σας πέφτει κάπως… βαρύ, μην ανησυχείτε: υπάρχει
πάντα κι η περίπτωση τού Ειρηναίου, ο οποίος στηριζόμενος σε αποστολικές μαρτυρίες αλλά και στην ίδια την Αγία Γραφή (10), διακήρυττε ότι ο Χριστός δεν πέθανε τόσο νέος όσο είχε επικρατήσει να πιστεύεται, αλλά ούτε λίγο ούτε πολύ
κοντά στα… πενήντα!



Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ

..
(1) «Το όνομα Χρηστός […] εμφανίζεται πάνω από ογδόντα φορές στις
λατινικές
επιγραφές της Ρώμης».
..
Lionel Rocheman, Ιησούς - υπήρξε πραγματικά; Τι λένε οι ιστορικοί, σ. 83,
εκδ. Περίπλους (πηγή: Paul-Louis Couchoud, Le mystère de Jésus, σ. 30)
...
Επίσης: Κικέρων, Epistulae ad Familiares
II, VIII, I, όπου γίνεται λόγος για
κάποιον δούλο ή απελεύθερο ονόματι Chrestus.
..
(2) Στρ. Θεοδοσίου - Μάνος Δανέζης, Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ., σ. 236,
εκδ. Δίαυλος
..
(4) «[…] afflicti suppliciis Christiani, genus hominum superstitionis novae ae
maleficae». Εδώ γίνεται λόγος για ποινέςπου επιβλήθηκαν «στους χριστιανούς,
ανθρώπους νέας και κακοποιού δεισιδαιμονίας».
..
Βίος τού Νέρωνα,
XVI, II
...
(5) Περίπου 70 χρόνια, αφού το έργο τού Σουητώνιου εκδόθηκε το 120 μ.Χ.
..
(6) Στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ., σ. 236
..
(7)
Ιησούς - υπήρξε πραγματικά; Τι λένε οι ιστορικοί, σ. 84
..
(8) Νίκος Βεργίδης, Νέρων και Χριστός, σ. 302, εκδ. Arcadia
..
(9)
Ομ. 143
..
Εδώ ο Βεργίδης επικαλείται στη σχετική παραπομπή τους «απολογητές
και
ειδικά τον Αθηναγόρα, “Οι χριστιανοί χρηστοί εισίν” XXII». Το χρηστοί πάντως
εδώ, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί προσωνυμία, αφού πρόκειται
ξεκάθαρα για κατηγορούμενο! Αν έλεγε: «Οι χριστιανοί Χρηστοί καλούνται», τότε
θα άλλαζε το πράγμα ۬ όμως δεν το λέει!
..
(10)
Κατά Ιωάννην, Η΄ 57
..
Ο Νίκος Κόκκινος πάντως στο Αίνιγμα τού Ιησού τής Γαλιλαίας, σ. 69-72,
όπου
ασχολείται εκτενώς (και τελικά συντάσσεται) με τον αν μη τι άλλο εντυπωσιακό
ισχυρισμό τού Ειρηναίου, επισημαίνει ότι «τα 50 ήταν η σεβαστή ηλικία στο