logo

fb youtube rss

Σύνδεση

Ορισμένοι λένε πως ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Θεμιστοκλής πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνος θυσίασε τρεις αιχμαλώτους Πέρσες στο Διόνυσο, κάτι που δεν είναι έτσι. Η αλήθεια είναι ότι ο Πλούταρχος αναφέρει πως ο Λεσβίος ιστορικός Φανίας αναφέρει («Ταύτα μεν ουν…..Φανίας ο Λέσβιος είρηκε») πως λέγεται, υπάρχει φήμη («λέγονται κατά τι λόγιον») ότι κατόπιν παρότρυνσης του μάντη Ευφραντίδη («του μάντεως Ευφραντίδου κελεύσαντος») και παρά την έκπληξη του Θεμιστοκλή («Εκπλαγέντος δε του Θεμιστοκλέους ως μέγα το μάντευμα και δεινόν») θυσιάστηκαν στην Ναυαρχίδα του τρεις Πέρσες αιχμάλωτοι στον ωμηστή Διόνυσο. Συνεπώς εδώ δεν έχουμε μαρτυρία πραγματικού γεγονότος, αλλά μια φήμη και τίποτε περισσότερο και η οποία, όπως θα δούμε πιο κάτω, είναι ψευδή

Συγκεκριμένα ο Πλούταρχος στο βιβλίο του Θεμιστοκλής (κεφ. 13) αναφέρει ότι σύμφωνα με το Λέσβιο Φανία, που είναι ένας φιλοσοφημένος άνθρωπος και καλός ιστορικός, στη ναυαρχίδα του Θεμιστοκλή προσήλθαν την ώρα που θυσίαζε τρεις εμφανίσιμοι αιχμάλωτοι, που ήταν παιδιά της Σανδαύκης, αδελφής του Ξέρξη, και του Αρταυκου. Βλέποντάς τους ο μάντης Ευφραντίδης και καθώς την ίδια στιγμή πετάχτηκε από το θυσιαστήριο μια μεγάλη και δυνατή φλόγα και, επίσης, ακούστηκε ένα φτέρνισμα από τα δεξιά, έπιασε το Θεμιστοκλή από το χέρι και τον παρακινούσε να αρχίσει τη θυσία του με τους νέους , προσφέροντάς τους στον Ωμηστή Διόνυσο, και μόνο έτσι να κάμει την παράκλησή του στο θεό, κάτι που θα εξασφάλιζε στους Έλληνες τη σωτηρία και τη νίκη. Ο Θεμιστοκλής εξεπλάγη από τη ζητούμενη μεγάλη και φοβερή θυσία («εκπλαγέντος δε του Θεμιστοκλέους ως μέγα το μάντευμα και δεινόν»), αλλά, όπως γίνεται πολλές φορές σε στιγμές κρισίμων περιστάσεων και μεγάλων δοκιμασιών, το πλήθος, που το συνηθίζει να εξαρτά τη σωτηρία του από ό,τι είναι παράλογο παρά λογικό, με μια φωνή άρχισε να προσεύχεται στο θεό, και την ίδια στιγμή οδηγούσαν τους αιχμαλώτους στο βωμό, όπου επιβάλανε να γίνει η θυσία, όπως ο μάντης το είχε ορίσει!

«Θεμιστοκλεί δε παρά την ναυαρχίδα τριήρη σφαγιαζομένω τρεις προσήχθησαν αιχμάλωτοι, κάλλιστοι μεν ιδέσθαι την όψιν, εσθήτι δε και χρυσώ κεκοσμημένοι διαπρεπώς. Ελέγοντο δε Σανδάκης παίδες είναι της βασιλέως αδελφής και Αρταϋκτου. Τούτους ιδών Ευφραντίδης ο μάντις, ως άμα μεν ανέλαμψεν εκ των ιερών μέγα και περιφανές πυρ, άμα δε πταρμός εκ δεξιών εσήμηνε, τον Θεμιστοκλέα δεξιωσάμενος εκέλευσε των νεανίσκων κατάρξασθαι και καθιερεύσαι πάντας Ωμηστή Διονύσω προσευξάμενον· ούτω γαρ σωτηρίαν και νίκην έσεσθαι τοις Έλλησιν. Εκπλαγέντος δε του Θεμιστοκλέους ως μέγα το μάντευμα και δεινόν, οίον είωθεν εν μεγάλοις αγώσι και πράγμασι χαλεποίς, μάλλον εκ των παραλόγων ή των ευλόγων την σωτηρίαν ελπίζοντες οι πολλοί τον θεόν άμα κοινή κατεκαλούντο φωνή, και τους αιχμαλώτους τω βωμώ προσαγαγόντες ηνάγκασαν, ως ο μάντις εκέλευσε, την θυσίαν συντελεσθήναι. Ταύτα μεν ουν ανήρ φιλόσοφος και γραμμάτων ουκ άπειρος ιστορικών Φανίας ο Λέσβιος είρηκε.» (Πλούταρχος Θεμιστοκλής 13)

Επίσης ο Πλούταρχος στο βιβλίο του Αριστείδης (κεφ. 9) αναφέρει πως ο Αριστείδης ηγηθείς ενός στρατιωτικού τμήματος απελευθέρωσε τη νήσο Ψυτάλλεια, η οποία είχε καταληφθεί από Πέρσες στρατιώτες, σκοτώνοντάς τους όλους, εκτός από τρεις Πέρσες οι οποίοι ήσαν παιδιά της Σανδαύκης, αδελφής του Ξέρξη, οι οποίοι εστάλησαν αιχμάλωτοι στο Θεμιστοκλή και φημολογείται («και λέγονται κατά τι το λόγιον»), άρα μπορεί αυτό και να μην είναι αλήθεια, ότι σύμφωνα με κάποιο χρησμό, αφού προέτρεψε ο μάντης Ευφραντίδης, θυσιάστηκαν στον ωμηστή Διόνυσο. («εν δε τούτοις ήσαν αδελφής βασιλέως όνομα Σανδαύκης τρεις παίδες, ους ευθὺς απέστειλε προς τον Θεμιστοκλέα· και λέγονται κατά τι λόγιον, του μάντεως Ευφραντίδου κελεύσαντος, ωμηστή Διονύσῳ καθιερευθήναι»).

Επίσης ο Πλούταρχος στο βιβλίο του Πελοπίδας (κεφ. 21) αναφέρει τώρα επιγραμματικά ότι πριν από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνος ο Θεμιστοκλής θυσίασε τρεις Πέρσες στον ωμοφάγο Διόνυσο («υπό Θεμιστοκλέους σφαγιασθέντας Ωμηστή Διονύσῳ προ της εν Σαλαμίνι ναυμαχίας»)..

Παρατηρώντας τα ως άνω λεγόμενα του Πλούταρχου, σχετικά με τους τρεις Πέρσες αιχμαλώτους, βλέπουμε ότι εδώ γίνεται λόγος για μια φήμη που αναφέρει ο Λέσβιος ιστορικός Φανίας και δεν έχουμε μια καταγραφή πραγματικού γεγονότος και μάλιστα με δυο εκδοχές. Η μια λέει πως τους τρεις Πέρσες θυσίασε ο Θεμιστοκλής και η άλλη ότι τους θυσίασε ο μάντης Ευφραντίδης. Επομένως η εν λόγω φήμη, ως αντιφάσκουμε και χωρίς μάρτυρες, θεωρείται ανυπόστατη. Και το ότι είναι έτσι τα πράγματα προκύπτει και από τα εξής:

α) Η εν λόγω ανθρωποθυσία δεν αναφέρεται από κανένα άλλο αρχαίο συγγραφέα, ενώ για την εν λόγω ναυμαχία έχουν γράψει πάμπολλοι. Συγκεκριμένα ο ιστορικός Ηρόδοτος (484 – 430; π.Χ.), στην περιγραφή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, αναφέρει ότι ο Αριστείδης δεν συνέλαβε κανέναν Πέρση στην Ψυτάλλεια, αλλά ότι τους σκότωσε όλους («κατεφόνευσε πάντας»). Ο τραγικός ποιητής Αισχύλος (524/5 – 456/5 π.Χ.), ο οποίος μάλιστα έλαβε μέρος στη ναυμαχία, στην τραγωδία του «Πέρσαι», αναφερόμενος κι αυτός στο περιστατικό της νήσου Ψυττάλειας, δεν αναφέρει τίποτε περί αιχμαλωσίας, αλλά συμφωνώντας με τον προαναφερθέντα, μας πληροφορεί ότι φονεύθηκαν όλοι οι Πέρσες που αποβιβάσθηκαν εκεί. Ο Λατίνος βιογράφος και ιστορικός του 1ου αιώνα π.Χ. (100; - 24/5) Κορνήλιος Νέπος, ο οποίος συνέγραψε μια βιογραφία του Θεμιστοκλή, δεν αναφέρει τίποτε για το τριπλό ανθρωποθυσιαστικό περιστατικό. Ο ιστορικός του 1ου αιώνα μ.Χ. Διόδωρος ο Σικελιώτης, στο 11ο βιβλίο του έργου του «Βιβλιοθήκη», περιγράφοντας την ικεσία της κόρης του Δαρείου και αδελφής του Ξέρξη Μανδάνης ή Σανδάκης, να τιμωρηθεί ο Θεμιστοκλής ως υπαίτιος του θανάτου των γιων της, δεν αναφέρει τίποτε περί αιχμαλωσίας ή ανθρωποθυσίας αυτών. Ο περιηγητής του 2ου αιώνα μ.Χ. Παυσανίας, στο πρώτο βιβλίο του έργου του «Ελλάδος περιήγησις», αναφερόμενος κι αυτός στη μάχη μεταξύ Ελλήνων και Περσών στην Ψυτάλλεια, δεν αναφέρει τίποτε για αιχμαλωσία ή ανθρωποθυσία των γιων της Μανδάνης. Ο σοφιστής και ρητοροδιδάσκαλος του 2ου αιώνα μ.Χ. (117-189) Αίλιος Αριστείδης, στον περίφημο πανηγυρικό λόγο του «Παναθηναϊκός», αναφερόμενος κι αυτός στο πολεμικό περιστατικό της νήσου Ψυττάλειας, υιοθετεί κι αυτός την άποψη ότι δεν αιχμαλωτίσθηκε κανείς, αλλά ότι όλοι οι Πέρσες σκοτώθηκαν από τους Αθηναίους οπλίτες που αποβιβάσθηκαν στη νήσο. Τέλος, ο Αριστόδημος, συγγραφέας άγνωστης εποχής και καταγωγής, σε ένα διασωθέν απόσπασμα ενός έργου του που έχει χαθεί και το οποίο ήταν κατά πάσα πιθανότητα σχολικό εγχειρίδιο που περιέγραφε τα γεγονότα του 5ου αιώνα π.Χ., συνάδοντας κι αυτός με όλους τους προαναφερθέντες, γράφει ότι ο Αριστείδης, επικεφαλής ευάριθμου ελληνικού αποβατικού σώματος, σκότωσε όλους τους Πέρσες οι οποίοι είχαν καταλάβει την Ψυτάλλεια.

2) Ο χαρακτηρισμός «ωμηστής» (ωμός + εσθίω») που δίνεται στο Διόνυσο αφενός δεν αναφέρεται από κανένα άλλο αρχαίο συγγραφέα, άρα αυτό είναι κάτι που προδίδει κάτι περίεργο και αφετέρου ως λέξη σημαίνει αυτός που τρώει κάτι ωμό, δηλ. κρέας ή λαχανικά κλπ αμαγείρευο ή άψητο , άρα, αν ο Διόνυσος ήταν ωμηστής, τότε δεν θα ήταν δυνατόν να του έκαναν οι ιερείς ανθρωποθυσία, γιατί της θυσίας το κρέας ένα μέρος καίγεται για χάρη του θεού και το άλλο ψήνεται ή μαγειρεύεται, για να γίνει συμπόσιο.

Σημειώνεται ότι:

Α) Ο Πλούταρχος έζησε πολλά χρόνια μετά τα μηδικά, άρα δεν είχε ιδίαν άποψη επί των μηδικών και γι αυτό επικαλείται στις αφηγήσεις του αρχαιότερους ιστορικούς μεταξύ των οποίων και τον ιστορικό και φιλόσοφο Φανία, ο οποίος, για να ξέρει τόσες πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή του Θεμιστοκλή στην περίοδο που έζησε στην αυλή του Πέρση βασιλιά, πρέπει να είχε σχέσεις με τους Πέρσες και αυτοί του είπαν τις φήμες που έγραψε για το Θεμιστοκλή. Ο Φανίας, αφού δεν ήταν στη ναυαρχίδα του Θεμιστοκλή, άρα αναφέρει ό,τι άκουσε ως φήμη από τους μηδίσαντες και τους Πέρσες.

Β) Ο Ηρόδοτος (Η 66 κ.α.) δεν αναφέρει αυτά που αναφέρει ο Φανίας για την εκστρατεία του Ξέρξη στην Ελλάδα , η οποία έγινε το 480 και 479 π.Χ και κατά την οποία είχαν μηδίσει πολλοί άλλοι Έλληνες, καθώς και οι Πάριοι, οι Τήνιοι, οι Άνδριοι και λοιποί νησιώτες, άρα και οι Λέσβιοι, οι συμπατριώτες του Φανία.

Γ) Διαβάζοντας με προσοχή το βιβλίο «Θεμιστοκλής» του Πλούταρχου βλέπουμε ότι μετά τη νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα ο Θεμιστοκλής άρχισε κρυφά από τους Σπαρτιάτες να οχυρώνει την Αθήνα και να κάνει τον Πειραιά Ναύσταθμο προκειμένου να πάψει η Αθήνα να φοβάται τις περσικές εκστρατείες, αλλά και να κηδεμονεύετε από τους Σπαρτιάτες. Μάλιστα όταν στο Αμφικτιονικό Συνέδριο οι Σπαρτιάτες πρότειναν οι μηδίσαντες να διαγράφουν, ο Θεμιστοκλής αρνήθηκε, γιατί έτσι θα έκαναν ό,τι ήθελαν οι Σπαρτιάτες, αφού θα διαγράφονταν οι σύμμαχοι των Αθηναίων Αργείοι, Θεσσαλοί και Θηβαίοι. Στη συνέχεια ο Θεμιστοκλής άρχισε να συναλλάσσεται με τους μηδίσαντες και να ζητά μάλιστα από τους συμμάχους των Αθηναίων να τον ενισχύσουν οικονομικά για την επίτευξη των σχεδίων του, κάτι που τελικά δεν άρεσε ούτε στους συμμάχους των Αθηναίων ούτε και στους Σπαρτιάτες, γιατί φοβόντουσαν την ισχυροποίησή του και έτσι βοήθησαν την ανάδειξη-προώθηση του φιλοσπαρτιάτη Κίμωνα, διαβάλλοντας συνάμα το Θεμιστοκλή ως μηδίσαντα, για να καταπέσει πολιτικά, με συνέπεια στο τέλος οι ίδιοι οι Αθηναίοι να τον εξοστρακίσουν ( να τον στείλουν στην εξορία). Συνέπεια αυτού ήταν να καταλήξει στην αυλή του βασιλιά των Περσών, δηλ. σε εκείνον τον οποίο πιο πριν είχε νικήσει μόνο με 180 μικτές τριήρεις, ενώ αυτός διέθετε 1000 μεγάλες και αμέτρητο στρατό. Ο βασιλιάς των Περσών τον δέχτηκε με χαρά πιστεύοντας ότι θα τον βοηθήσει σε νέο πόλεμο εναντίον της Ελλάδος, όπως και του είχε υποσχεθεί ο Θεμιστοκλής για αντάλλαγμα της φιλοξενίας. Ωστόσο, όταν κάποια στιγμή του το ζήτησε ο Πέρσης βασιλιάς, αφού θίασε, αυτοκτόνησε.

Οι δυσμενείς φήμες σε βάρος του Θεμιστοκλής είχαν φθάσει στο σημείο να διαδίδουν και ότι οι Αθηναίοι είχαν ξεθάψει και πετάξει τα λείψανά του, πρβ: «Όσο για τα λείψανά του (του Θεμιστοκλή), δεν αξίζει να προσέχει κανείς ούτε σ’ αυτά που λέει ο Ανδοκίδης στο λόγο του «Προς Εταίρους», πως τάχα οι Αθηναίοι τα σήκωσαν και τα πέταξαν - λέει ψέματα, για να φανατίσει τους ολιγαργικούς- ενάντια στο λαό, ούτε αυτά που λέει ο Φύλαρχος , ο οποίος μεταβάλλοντας την ιστορία του σε τραγωδία….(Πλούταρχου, Θεμιστοκλής, 32>>

Δ) Μεταξύ των άλλων που αναφέρει ο Φανίας για το Θεμιστοκλή είναι και ο εξής διάλογος μεταξύ του Πέρση αξιωματούχου Αρταβάνου και Έλληνα Θεμιστοκλή, που δείχνει τη διαφορά μεταξύ του πολιτισμού των δυο λαών, καθώς και την εξυπνάδα του Θεμιστοκλή: <<Οι νόμοι των ανθρώπων, ξένε (λέει ο Αρταβάνος στον άγνωστό του ακόμη Θεμιστοκλή), δεν είναι παντού όμοιοι. Το καλό διαφέρει από τόπο σε τόπο. Ωστόσο καλό για όλους δίχως εξαίρεση είναι το να σεβόμαστε και να τηρούμε ο καθένας τις συνήθειές μας. Για σας, τους Έλληνες, λένε, πως εκτιμάτε προπάντων την ελευθερία και την ισότητα. Εμείς (οι Πέρσες) έχομε πολλούς και καλούς νόμους, αλλά ο καλύτερός μας είναι να τιμούμε και να προσκυνούμε το βασιλιά σαν μια εικόνα του θεού, που κυβερνά τα πάντα. Αν λοιπόν παραδεχτείς τις συνήθειες μας και προσκυνήσεις, θα μπορέσεις να δεις το βασιλιά και να του μιλήσεις. Αν όχι, θα χρειαστεί να στείλεις άλλους για λόγου σου. Γιατί οι πατροπαράδοτες συνήθειες μας δεν επιτρέπουν σε εκείνον που δεν προσκυνάει να έχει ακρόαση στο βασιλιά.

ΑΔΑΜΑΝΤΟΥ Γ. ΚΡΑΣΑΝΑΚΗ
(Επίτιμου Δ/ντη Υπουργείου Πολιτισμού)

«επεί αυτίκα ημίν μεν ου νόμος εστίν ανθρώπους θύειν αλλ' ανόσιον, Καρχηδόνιοι δε θύουσιν ως όσιον ον και νόμιμον αυτοίς»
Πλάτων, "Μίνως, 315"