logo

fb youtube rss

Σύνδεση

Παλμύρα, περίπου κατά το έτος 385 μ.χ. (μετά το χάος)
«Οι καταστροφείς ήρθαν από την έρημο. Η Παλμύρα πρέπει να τους περίμενε. Για χρόνια ομάδες επιδρομέων αποτελούμενες από γενειοφόρους μαυροφορεμένους ζηλωτές οπλισμένους κυρίως με πέτρες, μεταλλικά ραβδιά και μια χαλύβδινη αίσθηση αρετής τρομοκρατούσαν τις ανατολικές περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οι επιθέσεις τους ήταν πρωτόγονες, βάναυσες και εξαιρετικά αποτελεσματικές. Οι άντρες αυτοί κινούνταν σε αγέλες αργότερα σε πλήθη που έφταναν μέχρι και τα πεντακόσια άτομα, κι απ’ όπου περνούσαν, προκαλούσαν απόλυτη καταστροφή. Στόχος τους ήταν οι ναοί κι οι επιθέσεις τους ήταν αστραπιαίες. Τεράστιες πέτρινες κολόνες που στέκονταν όρθιες για αιώνες κατέρρεαν μέσα σε ένα απόγευμα• αγάλματα που έστεκαν στο βάθρο τους για μισή χιλιετία έμεναν με τα πρόσωπα ακρωτηριασμένα μέσα σε μερικά λεπτά ναοί που είχαν υπάρξει μάρτυρες της ανόδου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατέρρεαν μέσα σε μια μέρα. Οι πράξεις αυτές ήταν βίαιες, αλλά δεν συνοδεύονταν από κάποια ευσέβεια. Οι ζηλωτές γελούσαν ασυγκράτητα καθώς τσάκιζαν τα «σατανικά», «ειδωλολατρικά» αγάλματα• οι πιστοί ξεσπούσαν σε γιουχαΐσματα καθώς γκρέμιζαν ναούς, ξήλωναν στέγες και κατέστρεφαν τάφους. Άρχισαν να εμφανίζονται ύμνοι που απαθανάτιζαν τις ένδοξες αυτές στιγμές. «Τα αισχρά αυτά πράγματα», έψελναν περήφανοι οι προσκυνητές• οι «δαίμονες και τα είδωλα [...] ο καλός Σωτήρας μας όλα τα ποδοπάτησε». Ο φανατισμός σπανίως παράγει καλή ποίηση. Σε αυτή την ατμόσφαιρα, ο ναός της Αθηνάς στην Παλμύρα αποτελούσε προφανή στόχο. Το όμορφο κτίσμα ήταν ένας απροκάλυπτος ύμνος σε όλα όσα απεχθάνονταν οι πιστοί: ένας μνημειώδης ψόγος στο μονοθεϊσμό. Αν διάβαινες τις πύλες του, τα μάτια σου χρειάζονταν μερικές στιγμές για να συνηθίσουν το δροσερό μισοσκόταδο στο εσωτερικό του μετά τη λαμπρότητα του εκτυφλωτικού ήλιου της Συρίας. Καθώς θα προσαρμόζονταν, μπορεί να παρατηρούσες ότι η ατμόσφαιρα ήταν βαριά από τη μυρωδιά των θυμιαμάτων, ή ίσως ότι το λιγοστό φως που υπήρχε προερχόταν από μερικά σκόρπια λυχνάρια αφημένα από τους πιστούς. Αν σήκωνες το βλέμμα, θα έβλεπες στην τρεμουλιαστή λάμψη τους την ίδια την Αθηνά. Το όμορφο, περήφανο προφίλ του αγάλματος μπορεί να βρισκόταν μακριά από την πατρίδα της Αθηνάς, την Αθήνα, αλλά ήταν απολύτως αναγνωρίσιμο, στο ελαφρά δύσθυμο στόμα. Το μέγεθος του αγάλματος –πολύ ψηλότερο από οποιονδήποτε άνθρωπο μπορεί επίσης να εντυπωσίαζε. Αν και πιθανότατα το πιο αξιοθαύμαστο από τις διαστάσεις του αγάλματος ήταν το μέγεθος των αυτοκρατορικών υποδομών και φιλοδοξιών, που είχαν φέρει ως εδώ αυτό το αντικείμενο. Το άγαλμα ήταν αντανάκλαση άλλων μορφών που βρίσκονταν στην αθηναϊκή Ακρόπολη, πάνω από χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά αυτή η συγκεκριμένη εκδοχή είχε κατασκευαστεί σε ένα εργαστήριο εκατοντάδες χιλιόμετρα από την Παλμύρα, για να μεταφερθεί στη συνέχεια με μεγάλη δυσκολία και κόστος ως εδώ, προκειμένου να δημιουργηθεί μια μικρή νησίδα ελληνορωμαϊκού πολιτισμού στους αμμόλοφους της συριακής ερήμου. Το πρόσεξαν, άραγε, αυτό οι καταστροφείς καθώς έμπαιναν; Τους εντυπωσίασε, έστω και φευγαλέα, η επιτήδευση μιας αυτοκρατορίας που μπορούσε να εξορύξει το μάρμαρο, να κατασκευάσει το γλυπτό κι ύστερα να το μεταφέρει σε τόσο μεγάλες αποστάσεις; Θαύμασαν έστω και για μια στιγμή την τέχνη που μπορούσε να κατασκευάσει από μάρμαρο ένα στόμα τόσο τρυφερό στην όψη, ώστε θα μπορούσες να το φιλήσεις; Θαύμασαν έστω και για ένα δευτερόλεπτο την ομορφιά του; Μάλλον όχι. Γιατί, όταν οι άντρες μπήκαν στο ναό, πήραν ένα όπλο και με ένα συντριπτικό χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού αποκεφάλισαν τη θεά. Το κεφάλι του αγάλματος έπεσε στο δάπεδο, η μύτη έσπασε και τα άλλοτε μάγουλα βούλιαξαν. Τα μάτια της Αθηνάς, άθικτα, κοιτούσαν τώρα από πρόσωπο παραμορφωμένο. Ο αποκεφαλισμός δεν ήταν αρκετός. Ακολούθησαν κι άλλα χτυπήματα αφαίρεσαν την κορυφή του κεφαλιού, έβγαλαν την περικεφαλαία από το κεφάλι της θεάς και την έκαναν κομμάτια. Το άγαλμα έπεσε από το βάθρο και μπράτσα κι οι ώμοι του αποκόπηκαν. Το σώμα έμεινε πεσμένο μπρούμυτα σκόνη• ο βωμός που βρισκόταν δίπλα κόπηκε από τη βάση του. Μόνο τότε οι άνθρωποι αυτοί, οι χριστιανοί αυτοί, ένιωσαν ότι το τους είχε ολοκληρωθεί. Χάθηκαν ξανά στην έρημο. Πίσω τους, ο ναός σιωπηλός. Οι αναθηματικοί λύχνοι, χωρίς κανέναν να τους συντηρεί. Στο δάπεδο το κεφάλι της Αθηνάς άρχισε να σκεπάζεται αργά από την άμμο της συριακής ερήμου. Ο «θρίαμβος» του χριστιανισμού είχε αρχίσει».
---------------
Απόσπασμα του βιβλίου «Η εποχή του Λυκόφωτος» της Catherine Nixey που πραγματεύεται την καταστροφή του αρχαίου κόσμου από το χριστιανισμό.